Friday 30 October 2009

Tuesday 27 October 2009

Αφήγηση..

Αυτός ο ανθρωπος πηγαίνει κλαίγοντας.
Κανεὶς δεν ξέρει να πει γιατί.
Κάποτε νομίζουν πως είναι οι χαμένες αγάπες
σαν κι αυτές που μας βασανίζουνε τόσο
στην ακροθαλασσιά το καλοκαίρι με τα γραμμόφωνα.
Οι άλλοι άνθρωποι φροντίζουν τις δουλειές τους
ατέλειωτα χαρτιά, παιδιά που μεγαλώνουν
γυναίκες που γερνούνε δύσκολα.
Αυτός έχει δυό μάτια σαν παπαρούνες
σαν ανοιξιάτικες κομμένες παπαρούνες
και δυο βρυσούλες στις κόχες των ματιών.
Πηγαίνει μέσα στους δρόμους, ποτέ δεν πλαγιάζει
δρασκελώντας μικρά τετράγωνα στη ράχη της γης.
Μηχανή μιας απέραντης οδύνης
που κατάντησε να μην έχει σημασία.
Άλλοι τον άκουσαν να μιλά μοναχό καθώς περνούσε
για σπασμένους καθρέφτες πριν από χρόνια
για σπασμένες μορφές μέσα στους καθρέφτες
που δεν μπορεί να συναρμολογήσει πια κανείς.
Άλλοι τον άκουσαν να λέει για τον ύπνο
εικόνες φρίκης στο κατώφλι του ύπνου.
Τα πρόσωπα ανυπόφορα από τη στοργή.
Τον συνηθίσαμε είναι καλοβαλμένος κι ήσυχος
μονάχα που πηγαίνει κλαίγοντας ολοένα
σαν τις ιτιές στην ακροποταμιά που βλέπεις απ᾿ το τρένο
ξυπνώντας άσχημα κάποια συννεφιασμένη αυγή.
Τον συνηθίσαμε δεν αντιπροσωπεύει τίποτα
σαν όλα τα πράγματα που έχετε συνηθίσει.
Και σας μιλώ γι᾿ αυτόν γιατί δε βρίσκω τίποτα
που να μην το συνηθίσατε
Προσκυνώ.
Γιώργος Σεφέρης

Friday 23 October 2009

Thursday 22 October 2009

Η λυπημένη

Στην πέτρα της υπομονής
κάθισες προς το βράδυ
με του ματιού σου το μαυράδι
δείχνοντας πως πονείς·
κι είχες στα χείλια τη γραμμή
που είναι γυμνή και τρέμει
σαν η ψυχή γίνεται ανέμη
και δέονται οι λυγμοί·
κι είχες στο νου σου το σκοπό
που ξεκινά το δάκρυ
κι ήσουν κορμί που από την άκρη
γυρίζει στον καρπό·
μα της καρδιάς σου ο σπαραγμός
δε βόγκηξε κι εγίνη
το νόημα που στον κόσμο δίνει
έναστρος ουρανός.
Γ. Σεφέρης

Monday 19 October 2009


Photo: Julia Margaret Cameron

Thursday 15 October 2009

Η φυλακή

Το χειρότερο δεν είναι που μ' έκλεισαν σε αυτή την φυλακή
και πήραν τα κλειδιά και έφυγαν
μα που δεν ξέρω ως που φτάνει η φυλακή μου
που δεν ξέρω το περίγραμμά της
για να κάνω επιτέλους, σαν άνθρωπος και εγώ,
μιαν απόπειρα αποδράσεως.
Κώστας Μόντης

Wednesday 14 October 2009

Tuesday 13 October 2009

Η περιφραστική πέτρα...

Μίλα.
Πες κάτι, οτιδήποτε.
Μόνο μην στέκεις σαν ατσάλινη απουσία.
Διάλεξε έστω κάποια λέξη,
που να σε δένει πιο σφιχτά
με την αοριστία.
Πες:
"άδικα",
"δέντρο",
"γυμνό".
Πες:
"θα δούμε",
"αστάθμητο"
"βάρος".
Υπάρχουν τόσες λέξεις που ονειρεύονται
μια σύντομη, άδετη, ζωή με τη φωνή σου.

Μίλα.
Έχουμε τόση θάλασσα μπροστά μας.
Εκεί που τελειώνουμε εμείς
αρχίζει η θάλασσα.
Πες κάτι.
Πες "κύμα", που δεν στέκεται.
Πες "βάρκα", που βουλιάζει
αν την παραφορτώσεις με προθέσεις.

Πες "στιγμή"
που φωνάζει βοήθεια ότι πνίγεται,
μην την σώζεις,
πες
"δεν άκουσα".

Μίλα.
Οι λέξεις έχουν έχθρες μεταξύ τους,
έχουν τους ανταγωνισμούς
αν κάποια απ' αυτές σε αιχμαλωτίσει
σ' ελευθερώνει άλλη.
Τράβα μια λέξη από τη νύχτα
στην τύχη.
Ολόκληρη νύχτα στην τύχη.
Μη λες "ολόκληρη",
πες "ελάχιστη",
που σε αφήνει να φύγεις.
Ελάχιστη
αίσθηση,
λύπη
ολόκληρη
δική μου.
Ολόκληρη νύχτα.

Μίλα.
Πες "αστέρι", που σβήνει.
Δεν λιγοστεύει η σιωπή με μια λέξη.
Πες "πέτρα",
που είναι άσπαστη λέξη.
Έτσι, ίσα ίσα,
να βάλω έναν τίτλο
σ'αυτήν την βόλτα την παραθαλάσσια.
Κική Δημουλά

Friday 9 October 2009

Thursday 8 October 2009

Νοσταλγία

Μέσα από το βάθος των καλών καιρών
οι αγάπες μας πικρά μας χαιρετάνε.

Δεν αγαπάς και δεν θυμάσαι, λες.
Κι αν φούσκωσαν τα στήθη κι αν δακρύζεις
που δεν μπορείς να κλάψεις όπως πρώτα,
δεν αγαπάς και δεν θυμάσαι, ας κλαις.

Ξάφνου θα ιδείς δυο μάτια γαλανά
-πόσος καιρός! - τα χάιδεψες μια νύχτα
και σα ν'ακούς εντός σου να σαλεύει
μια συμφορά παλιά και να ξυπνά.

Θα στήσουνε μακάβριο το χορό
οι θύμησες στα περασμένα γύρω
και θ' ανθίσει στο βλέφαρο σαν τότε
και θα πεσει το δάκρυ σου πικρό.

Τα μάτια που κρεμούν -ήλιοι χλωμοί-
το φως στο χιόνι της καρδιά και λιώνει
οι αγάπες που σαλεύουν πεθαμένες
οι πρώτοι ξανά που άναψαν καημοί...
Κ.Καρυωτάκης

Thursday 1 October 2009

Όσο μπορείς...

Κι αν δεν μπορείς να κάμεις τη ζωή σου όπως την θέλεις,
τούτο προσπάθησε τουλάχιστον
όσο μπορείς, μην την εξευτελίζεις
μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,
μες στις πολλές κινήσεις και ομιλίες.

Μην την εξευτελίζεις πηγαίνοντάς την,
γυρίζοντας συχνά κ' εκθέτοντάς την
στων σχέσεων και των συναναστροφών
την καθημερινή ανοησία,
ώσπου να γίνει σαν μια ξένη φορτική.
Κ.Καβάφης